Τα μήλα των Εσπερίδων

Έτρεχε πιο γρήγορα κι από ελάφι η Αταλάντη κι είχε αφιερωθεί στην αυστηρή Θεά, την αδερφή του φωτός, την Αρτέμιδα. Σε εκείνη που ζητούσε από τα κορίτσια να προστατεύουν τον παρθενικό τους υμένα, για να μην καταλήξουν ανέραστες πλήστρες αγνώμονων ανδρών.

Άπλωνε λοιπόν το δίκτυ της προστασίας της για την Αταλάντη που μπορούσε να παραμένει ανάλαφρη σαν πούπουλο, κυνηγός του καλυδώνιου κάπρου στα απέραντα δάση, αργοναύτης σε εκστρατείες μακρινές προς το χρυσόμαλλο δέρας στις νέες θάλασσες. 

 Μπορούσε ακόμη να μαγεύεται από τα ιριδίσματα του φωτός και όσα λαμπίριζαν σε αυτό όπως όλα τα κορίτσια. Πάντα την σαγήνευε το λαμπερό την Αταλάντη.

Αυτό το ήξερε ο Ιππομένης.

Πέρασε ο καιρός, και ο πατέρας της κόρης είχε δώσει την υπόσχεση του. Θα παράβγαιναν σε αγώνα δρόμου εκείνη και όποιος φιλοδοξούσε να την κάνει γυναίκα του. Αν την νικούσε θα γίνονταν οι γάμοι. Ήττα και Ένωση.

Η Αταλάντη, τους έδινε προβάδισμα και μόλις τους πλησίαζε πολύ έριχνε το δόρυ και τους κάρφωνε πισώπλατα. Όσοι δεν νικούσαν δολοφονούνταν. Έρως και Θάνατος.

Εκείνος όμως, ο Ιππομένης, ήταν μιλημένος από την Θεά του έρωτα, και είχε στα χέρια του τρία υπέροχα χρυσά μήλα. Τα πετούσε δεξιά και αριστερά καθώς έτρεχαν, και η Αταλάντη μη μπορώντας να αντισταθεί, λοξοδρομούσε να πιάσει τα δώρα του. Νικήθηκε με έναν τρόπο γλυκό.

Ερωτεύτηκαν και έσμιξαν στο ιερό δάσος της Ρέας. Επιβεβαιώθηκε ο χρησμός πως αν παντρεύονταν θα μετατρέπονταν σε ζώα.

Δεν μπόρεσαν  ποτέ να ξανά γίνουν άνθρωποι. Παραδώθηκαν σε ένα πάθος άγριο που μόνο σε θηρία ταιριάζει και αντάλλαξαν την αθρώπινη τους κράση με αυτή των λιονταριών.

Λεηλάτησαν τον ιερό τόπο, και με την τόση χάρη και αδιαφορία τους για τα εγκόσμια των Θεών, προκάλεσαν την ύβρη. Τώρα πια στα μεγάλα κυνήγια έπρεπε να τρέχουν να κρυφτούν σε μυστικές κρυψώνες. Κι όμως η πανέμορφη χρυσαφένια χέτη τους λαμπίριζε στο φως του ήλιου σαν αχλύ και τους πρόδιδε.

Leave a Comment